12 Ιουνίου 2008
Πεκίνο: Η τόλμη του σκηνοθέτη
Αυτό που κατάφερε ο Θόδωρος Τερζόπουλος στο Πεκίνο ήταν ένας θεατρικός άθλος. Λίγοι έχουν τέτοιες αντοχές δασκάλου και τόσο υψηλούς στόχους ώστε να το πετύχουν. Το να σκηνοθετήσεις αρχαία τραγωδία με κινέζους ηθοποιούς στη γλώσσα τους, σε τρεις μάλιστα εβδομάδες, μοιάζει ουτοπικό. Όχι όμως για τον Τερζόπουλο που πήγε εκεί, στο πλαίσιο ενός εκπαιδευτικού προγράμματος ενταγμένου στο Πολιτιστικό Έτος της Ελλάδας στην Κίνα, και υπερέβη τη γλώσσα, τη μέθοδο, την τεχνική, την παιδεία των κινέζων ηθοποιών. Εκείνοι είχαν διδαχθεί την περιγραφικότητα.
…Την ερμηνεία σε πρώτο επίπεδο. Λένε «σ’ αγαπώ» και δείχνουν την καρδιά. Μιλάνε για τον ουρανό και κοιτάνε επάνω. Τα αισθήματα κραυγαλέα μπροστά. Ο Τερζόπουλος ομολογεί πως αρχικά έπαθε σοκ. Οι θεατρικές διαφορές ήταν μεγάλες. Η ψυχραιμία του και η αποτελεσματικότητά του τον διέσωσαν. Έπρεπε να δουλέψει με μια ολόκληρη τάξη, 55 μαθητές, τους τελειόφοιτους της Κεντρικής Ακαδημίας Θεάτρου, που ίδρυσε ο Μάο πριν από 60 χρόνια και η οποία στα πρώτα δέκα χρόνια της λειτουργίας της είχε σοβιετικούς δασκάλους μέχρι που ο Μάο τα τσούγκρισε με την ΕΣΣΔ και έτσι η εκπαίδευση πέρασε στους Κινέζους οι οποίοι δημιούργησαν έναν παράξενο ρεαλισμό. Τον βλέπουμε και στο σινεμά. Οι ηθοποιοί κλαίνε οποιαδήποτε στιγμή. Ρεαλισμός δακρύων. «Παιδεύτηκα πολύ μαζί τους. Πήρα ένα άναρχο υλικό. Παιδιά που είχαν καλοδιδαχθεί όμως τον ρεαλισμό, οπότε αυτό ήταν μια βάση. Ό,τι είδατε ήταν το αποτέλεσμα ενός εργαστηρίου, μια προσπάθεια εξοικείωσης με το αρχαίο δράμα». Το έργο το επέλεξε ο ίδιος. Ο «Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου, έργο δύσκολο, στατικό, με απαιτήσεις μεγάλης αυτοσυγκέντρωσης. «Είναι κείμενο στο οποίο δεν υπάρχουν περιθώρια για άμεσες συγκινήσεις, όπως στις “Τρωάδες” ή στις “Βάκχες”. Είναι μια πολύ στατική τραγωδία, που χρειάζεται απόλυτη αυτοσυγκέντρωση και πειθαρχία», εξηγεί. Η πρώτη εβδομάδα μαζί με την ομάδα των φοιτητών ήταν ανιχνευτική. Εβδομάδα γνωριμίας. Μετά θα έρχονταν οι ασκήσεις. Ήθελε πρωτίστως να καταλάβει τις δυνατότητές τους σε κάποια επίπεδα. Κινητοποιούν τις αισθήσεις ή παίρνουν μια εξωγενή εντολή από τον δάσκαλο ή τον σκηνοθέτη και την εκφράζουν; Ήθελε να ανιχνεύσει την παιδεία τους, την εργατικότητα, τη φαντασία. Ήθελε να διαπιστώσει και την επιθυμία τους. Τη δεύτερη εβδομάδα προχώρησε στη δομή της παράστασης. «Τα νέα παιδιά δεν έχουν καμιά παιδεία στην αρχαία τραγωδία. Ήταν ένα μάθημα γι’ αυτά η πρώτη συνάντησή τους με την τραγωδία. Και πολύ φοβάμαι, η πρώτη τους συνάντηση με μεγάλο κλασικό κείμενο. Δεν διδαχθήκανε ποτέ Σαίξπηρ, Γκαίτε ή Σίλερ και Μπρεχτ ακόμα. Κινήθηκαν μεταξύ Μολιέρου, Τσέχοφ και ενός νεονατουραλισμού κινέζικου. Κι έρχομαι εγώ και λειτουργώ κάθετα τελείως. Έμεινα άφωνος από την καθήλωσή τους, την περιγραφικότητά τους. Είχα γίνει έξαλλος από την πρώτη εβδομάδα. Κατάλαβα πως δεν θα μπορούσα να συνεχίσω, αλλά είπα ότι εδώ κερδίζεται ένα στοίχημα στη νέα Κίνα, που βγαίνει αυτή τη στιγμή με τη συγκεκριμένη οικονομία των δεικτών και του Χρηματιστηρίου, ενώ η παιδεία της είναι σε μια άλλη εποχή». Η Κεντρική Ακαδημία Θεάτρου, που προεδρεύει όλων των Ακαδημιών της Ασίας, ρίχνει σήμερα στην αγορά 3.000 ηθοποιούς, αλλά δεν φτάνουν! Ετοιμάζεται μία ακόμα που θα βγάζει 10.000. Έχουν μεγάλη ανάγκη ηθοποιών τα επαρχιακά θέατρα και τα 500 κανάλια με τα άπειρα σίριαλ – που σε μια διετία θα γίνουν, λένε, χίλια. Τι μαθαίνουν εκεί οι σπουδαστές; «Σήμερα αυτό που ισχύει στις σχολές είναι ένας περίεργος κινέζικος ψυχολογικός ρεαλισμός, με όλα τα κατάλοιπα του σοβιετικού. Μια παράξενη μείξη που τη διαπίστωσα. Ένα απίστευτο πρώτο επίπεδο. Ψυχολογικό μπουλβάρ, επιφανειακό, που με σόκαρε. Είναι όμως μια παρθένα αγορά». Ο Τερζόπουλος έκανε μια παρέμβαση κάθετη στο εκπαιδευτικό τους πρόγραμμα. Τους έδειξε από τι πρέπει ν απαλλαγούν. Η βραδιά της πρεμιέρας στις 27 Μαΐου ήταν θριαμβευτική. Εικαστικότητα και πειθαρχία. Οι τελειόφοιτοι της Ακαδημίας ανταποκρίθηκαν απολύτως στις προσδοκίες του σκηνοθέτη. Λειτούργησαν όλα τέλεια. Ακόμα και το τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη από το «Άξιον Εστί» «Πού να βρω την ψυχή μου / το τετράφυλλο δάκρυ», που ερμήνευσαν σε άπταιστα ελληνικά και συγκίνησε τους θεατές. Ο Προμηθέας που είδαν οι Κινέζοι είναι ένα συλλογικό πρόσωπο που συγκρούεται με τη βία της εξουσίας. Από την ατομικότητα ο Τερζόπουλος πέρασε στη συλλογικότητα, γιατί ταιριάζει με την ψυχολογία αυτού του λαού. Ο Προμηθέας δεν ήταν ένας, ήταν δέκα! «Επειδή ο Προμηθέας βρίσκεται σε μια κατάσταση παραισθήσεων αιώνων είναι πολλαπλασιασμένη και η φωνή και το παραλήρημά του», εξηγεί ο σκηνοθέτης. Το θερμό και διαρκές χειροκρότημα στο φινάλε του έργου, η συγκίνηση των παιδιών στην υπόκλιση και η χαρά τους να σταθούν δίπλα στον δάσκαλο πάνω στη σκηνή υπογράμμισαν με τον καλύτερο τρόπο την επιτυχία της παράστασης. Για δέκα παραστάσεις παίχτηκε ο «Προμηθέας Δεσμώτης» στο Πεκίνο, αλλά δεν ήταν αυτή η πρώτη επαφή του δραστήριου και εκπαιδευμένου στις αντιξοότητες σκηνοθέτη. Η σχέση του με τον κινέζικο πολιτισμό ξεκινά το 1985, όταν ως διευθυντής τότε του Κέντρου Δελφών κάλεσε τον σκηνοθέτη Λούο Γιν Λιν να ανεβάσει «Οιδίποδα Τύραννο». Ήταν η πρώτη του τραγωδία και ήταν παραγγελία του Κέντρου Δελφών. Στη συνέχεια ο Λιν σκηνοθέτησε τη «Μήδεια», κωμωδίες του Αριστοφάνη, πέρυσι ανέβασε στο Πεκίνο τις «Θεσμοφοριάζουσες». Είναι ο άνθρωπος που έκανε γνωστό στο κινέζικο κοινό το αρχαίο ελληνικό δράμα. Αλλά δεν είναι ο μόνος. Ο Τερζόπουλος έχει δουλέψει με πάθος προς αυτή την κατεύθυνση οργανώνοντας διάφορα εργαστήρια στο Πεκίνο, ενώ από το 1992 έχει ανεβάσει εκεί «Αντιγόνη», «Προμηθέα» και «Επιγόνους».
(Ποντίκι, 12.6.2008)
11 Ιουνίου 2008
«Ας μη γελιόμαστε, αγαπάμε τον πόλεμο»
ΧΑΒΙΕΡ ΘΕΡΚΑΣ
Του Μανώλη Πιμπλή
«Γράφω με εμμονές και εικόνες», λέει ο Χαβιέρ Θέρκας. «Δεν γράφω ιστορικό μυθιστόρημα, πιστεύω όμως ότι το παρελθόν δεν παρέρχεται ποτέ»
Το σύγχρονο μυθιστόρημα εμπεριέχει όλα τα είδη γραφής, από το θέατρο μέχρι τη δημοσιογραφία, λέει ο Ισπανός μπεστσελερίστας Χαβιέρ Θέρκας
«Στον πόλεμο βλέπεις τα πάντα. Είναι σαν μεγεθυντικός φακός με τον οποίο βλέπεις καθαρά την ανθρώπινη φύση», λέει στα «ΝΕΑ» ο Χαβιέρ Θέρκας, ο Ισπανός πεζογράφος που έγραψε για τον πόλεμο και που έγινε διάσημος γι΄ αυτό. Το μυθιστόρημά του «Οι στρατιώτες της Σαλαμίνας», που αναφερόταν στον ισπανικό εμφύλιο, του έδωσε Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος και τον έκανε διεθνώς γνωστό, ενώ τον ώθησε να αφήσει την πανεπιστημιακή διδασκαλία για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία- του χάρισε επίσης και μία στήλη στην εφημερίδα «Εl Ρais» η οποία, πάλι λόγω του βιβλίου, του προσέφερε θέση χρονογράφου.
Το επόμενο βιβλίο του, «Η ταχύτητα του φωτός» (Εκδ. Πατάκης), του χάρισε και στη χώρα μας ένα βραβείο. Μόλις προχθές του απονεμήθηκε το βραβείο καλύτερου ξένου μυθιστορήματος του περιοδικού «(δε)κατα». Πρόκειται για μυθιστόρημα που έχει ξανά ως έναυσμα έναν πόλεμο, αυτή τη φορά τον πόλεμο του Βιετνάμ. Ασυνήθιστο θέμα για έναν Ευρωπαίο πεζογράφο, ωστόσο ο Θέρκας εμπνεύστηκε την ιστορία από έναν ιδιαίτερο άνθρωπο που συνάντησε στο Ιλινόι, όπου είχε πάει ως επισκέπτης καθηγητής. Ήταν συγκάτοικος και συνάδελφός του, ήταν όμως και βετεράνος του Βιετνάμ που κουβάλαγε εξαιτίας αυτού μια πολύ ιδιαίτερη ψυχολογική ιδιοσυστασία. «Ούτως ή άλλως οι άνθρωποι αγαπούν τον πόλεμο», λέει. «Κι εγώ δεν πίστευα ποτέ ότι θα έγραφα γι΄ αυτό το θέμα, αλλά το θέμα ήρθε μόνο του».
Στους «Στρατιώτες της Σαλαμίνας» (που έγινε και ταινία) ο ήρωας του Χαβιέρ Θέρκας είναι δημοσιογράφος που φέρει μάλιστα το όνομα του ίδιου του συγγραφέα. Το βιβλίο παίζει ιδιαίτερα με τη δημοσιογραφική γραφή και λογική. «Η δημοσιογραφία είναι λογοτεχνικό είδος», λέει. «Στους “Στρατιώτες” υπήρχε δημοσιογραφική έρευνα. Είναι αυτό που έλεγε κατά κάποιο τρόπο ο Αριστοτέλης, ότι η μυθοπλασία είναι ανώτερη από την πραγματικότητα. Άλλωστε και η δημοσιογραφία είναι λογοτεχνία με την έννοια ότι δεν υπάρχει εντελώς αντικειμενική πραγματικότητα, ούτε αντικειμενική γραφή. Κάθε δημοσιογράφος περιγράφει διαφορετικά το ίδιο γεγονός. Όταν δίνω το όνομά μου στον ήρωα- δημοσιογράφο λέω ακριβώς αυτό: ότι δεν είμαι εγώ αλλά η μάσκα μου. Όπως, με έναν τρόπο, έκανε ο κατά τη γνώμη μου μεγαλύτερος δημοσιογράφος του 20ού αιώνα Έρικ Μπλερ, γνωστότερος με το ψευδώνυμο Τζορτζ Όργουελ». Ο Τζορτζ Όργουελ είχε, άλλωστε, γράψει και αυτός για τον ισπανικό εμφύλιο- είχε πολεμήσει δεχόμενος μάλιστα μια σφαίρα στον λαιμό. Ο Χαβιέρ Θέρκας, προχωρώντας ακόμη περισσότερο, λέει ότι «το σύγχρονο μυθιστόρημα έχει αφομοιώσει πολλά είδη: θέατρο, βιογραφία, ιστορία, δημοσιογραφία». Και ότι ούτως ή άλλως στην περιπέτεια αυτή «το ενδιαφέρον δεν βρίσκεται στην απάντηση, αλλά στην ερώτηση».
Ο Ισπανός συγγραφέας δεν είναι από εκείνους που πιστεύουν στον θάνατο του μυθιστορήματος. «Δεν μπορείς να γράψεις πια όπως στον 20ό αιώνα που ήταν αρκετά ελιτίστικος, αν σκεφτεί κανείς συγγραφείς όπως ο Τζόις και ο Κάφκα. Πιστεύω βαθιά ότι το μυθιστόρημα είναι λαϊκό είδος, όπως το σινεμά», λέει.
Του Μανώλη Πιμπλή
«Γράφω με εμμονές και εικόνες», λέει ο Χαβιέρ Θέρκας. «Δεν γράφω ιστορικό μυθιστόρημα, πιστεύω όμως ότι το παρελθόν δεν παρέρχεται ποτέ»
Το σύγχρονο μυθιστόρημα εμπεριέχει όλα τα είδη γραφής, από το θέατρο μέχρι τη δημοσιογραφία, λέει ο Ισπανός μπεστσελερίστας Χαβιέρ Θέρκας
«Στον πόλεμο βλέπεις τα πάντα. Είναι σαν μεγεθυντικός φακός με τον οποίο βλέπεις καθαρά την ανθρώπινη φύση», λέει στα «ΝΕΑ» ο Χαβιέρ Θέρκας, ο Ισπανός πεζογράφος που έγραψε για τον πόλεμο και που έγινε διάσημος γι΄ αυτό. Το μυθιστόρημά του «Οι στρατιώτες της Σαλαμίνας», που αναφερόταν στον ισπανικό εμφύλιο, του έδωσε Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος και τον έκανε διεθνώς γνωστό, ενώ τον ώθησε να αφήσει την πανεπιστημιακή διδασκαλία για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία- του χάρισε επίσης και μία στήλη στην εφημερίδα «Εl Ρais» η οποία, πάλι λόγω του βιβλίου, του προσέφερε θέση χρονογράφου.
Το επόμενο βιβλίο του, «Η ταχύτητα του φωτός» (Εκδ. Πατάκης), του χάρισε και στη χώρα μας ένα βραβείο. Μόλις προχθές του απονεμήθηκε το βραβείο καλύτερου ξένου μυθιστορήματος του περιοδικού «(δε)κατα». Πρόκειται για μυθιστόρημα που έχει ξανά ως έναυσμα έναν πόλεμο, αυτή τη φορά τον πόλεμο του Βιετνάμ. Ασυνήθιστο θέμα για έναν Ευρωπαίο πεζογράφο, ωστόσο ο Θέρκας εμπνεύστηκε την ιστορία από έναν ιδιαίτερο άνθρωπο που συνάντησε στο Ιλινόι, όπου είχε πάει ως επισκέπτης καθηγητής. Ήταν συγκάτοικος και συνάδελφός του, ήταν όμως και βετεράνος του Βιετνάμ που κουβάλαγε εξαιτίας αυτού μια πολύ ιδιαίτερη ψυχολογική ιδιοσυστασία. «Ούτως ή άλλως οι άνθρωποι αγαπούν τον πόλεμο», λέει. «Κι εγώ δεν πίστευα ποτέ ότι θα έγραφα γι΄ αυτό το θέμα, αλλά το θέμα ήρθε μόνο του».
Στους «Στρατιώτες της Σαλαμίνας» (που έγινε και ταινία) ο ήρωας του Χαβιέρ Θέρκας είναι δημοσιογράφος που φέρει μάλιστα το όνομα του ίδιου του συγγραφέα. Το βιβλίο παίζει ιδιαίτερα με τη δημοσιογραφική γραφή και λογική. «Η δημοσιογραφία είναι λογοτεχνικό είδος», λέει. «Στους “Στρατιώτες” υπήρχε δημοσιογραφική έρευνα. Είναι αυτό που έλεγε κατά κάποιο τρόπο ο Αριστοτέλης, ότι η μυθοπλασία είναι ανώτερη από την πραγματικότητα. Άλλωστε και η δημοσιογραφία είναι λογοτεχνία με την έννοια ότι δεν υπάρχει εντελώς αντικειμενική πραγματικότητα, ούτε αντικειμενική γραφή. Κάθε δημοσιογράφος περιγράφει διαφορετικά το ίδιο γεγονός. Όταν δίνω το όνομά μου στον ήρωα- δημοσιογράφο λέω ακριβώς αυτό: ότι δεν είμαι εγώ αλλά η μάσκα μου. Όπως, με έναν τρόπο, έκανε ο κατά τη γνώμη μου μεγαλύτερος δημοσιογράφος του 20ού αιώνα Έρικ Μπλερ, γνωστότερος με το ψευδώνυμο Τζορτζ Όργουελ». Ο Τζορτζ Όργουελ είχε, άλλωστε, γράψει και αυτός για τον ισπανικό εμφύλιο- είχε πολεμήσει δεχόμενος μάλιστα μια σφαίρα στον λαιμό. Ο Χαβιέρ Θέρκας, προχωρώντας ακόμη περισσότερο, λέει ότι «το σύγχρονο μυθιστόρημα έχει αφομοιώσει πολλά είδη: θέατρο, βιογραφία, ιστορία, δημοσιογραφία». Και ότι ούτως ή άλλως στην περιπέτεια αυτή «το ενδιαφέρον δεν βρίσκεται στην απάντηση, αλλά στην ερώτηση».
Ο Ισπανός συγγραφέας δεν είναι από εκείνους που πιστεύουν στον θάνατο του μυθιστορήματος. «Δεν μπορείς να γράψεις πια όπως στον 20ό αιώνα που ήταν αρκετά ελιτίστικος, αν σκεφτεί κανείς συγγραφείς όπως ο Τζόις και ο Κάφκα. Πιστεύω βαθιά ότι το μυθιστόρημα είναι λαϊκό είδος, όπως το σινεμά», λέει.
Η πρώτη εκκλησία στον κόσμο
Χρονολογείται από το 33 μ.Χ. έως το 70 μ.Χ., είναι υπόγεια σπηλιά και ανακαλύφθηκε κάτω από ναό του Αγίου Γεωργίου στο Ριχάμπ. «Η μόνη παρόμοια είναι στη Θεσσαλονίκη»
«E» 10/6
Η πρώτη χριστιανική εκκλησία του κόσμου βρίσκεται στην Ιορδανία κάτω από τον ναό του Αγίου Γεωργίου στο Ριχάμπ, σύμφωνα με χθεσινή ανακοίνωση αρχαιολόγων στην εφημερίδα «Τάιμς της Ιορδανίας».
«Η ανακάλυψη ήταν εκπληκτική», δήλωσε ο αρχαιολόγος Αμπντούλ Καντέρ Χασάν, επικεφαλής του Κέντρου Αρχαιολογικών Μελετών του Ριχάμπ. «Αποκαλύψαμε αυτή που θεωρούμε πρώτη εκκλησία στον κόσμο, η οποία χρονολογείται από το 33 μ.Χ. έως το 70 μ.Χ. Εχουμε στοιχεία που μας κάνουνε να πιστεύουμε ότι αποτέλεσε το καταφύγιο των πρώτων χριστιανών: των 70 μαθητών του Ιησού Χριστού».
Επικαλούμενος ιστορικές πηγές, ο Χασάν είπε πως οι 70 μαθητές ζούσαν και ασκούσαν μυστικά τις λειτουργίες τους μέσα στην υπόγεια εκκλησία, ενώ «πιστεύουμε ότι δεν εγκατέλειψαν τη σπηλιά και έζησαν εκεί έως ότου η χριστιανική θρησκεία έγινε αποδεκτή από τους Ρωμαίους ηγεμόνες. Τότε χτίστηκε και η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου».
Στο μωσαϊκό πάτωμα της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου απεικονίζονται οι πρώτοι χριστιανοί, που περιγράφονται ως «οι 70 αγαπημένοι του Θεού και του Θείου». Οι 70 θεωρείται πως έφυγαν από την Ιερουσαλήμ κατά τον διωγμό των χριστιανών και πήγαν στο βόρειο τμήμα της Ιορδανίας και κυρίως στο Ριχάμπ.
Ο αρχιμανδρίτης Νεκτάριος της Ελληνορθόδοξης Επισκοπής περιέγραψε στην εφημερίδα την ανακάλυψη της σπηλιάς ως «ορόσημο για τους χριστιανούς όλου του κόσμου». «Η μόνη παρόμοια σε σχήμα και σκοπό σπηλιά είναι στη Θεσσαλονίκη, στην Ελλάδα».
Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Χασάν, σημαντικά ως προς την παροχή στοιχείων ήταν και τα ευρήματα κοντά στη σπηλιά: τα κομμάτια πήλινων αγγείων που χρονολογούνται από τον 3ο έως τον 7ο αιώνα και που αποδεικνύουν την παρατεταμένη ύπαρξη των πρώτων χριστιανών έως την ύστερη ηγεμονία των Ρωμαίων. Μια κυκλική επιφάνεια που πιστεύεται ότι ήταν η αψίδα και, τέλος, διάφορα πέτρινα καθίσματα που προορίζονταν για τους ιερωμένους.
Το γεγονός ότι η εκκλησία αποτέλεσε παράλληλα και χώρο κατοίκησης αποδεικνύεται -σύμφωνα με τον Χασάν- από την ύπαρξη τούνελ που οδηγούσε σε πηγή νερού και από την ύπαρξη ενός τοίχου με μία είσοδο, που αποτελούσε το μοναδικό διαχωριστικό της Αγίας Τράπεζας από τον χώρο όπου ζούσαν.
Σοφία Στυλιανού
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)