28 Οκτωβρίου 2009
Βυζαντινή Μουσική: η μουσική της ψυχής....
Η Βυζαντινή Μουσική έχει έναν ιδιαίτερο προορισμό ως μουσική. Γράφηκε γι’ αυτόν τον ιδιαίτερο προορισμό και ακούγεται σωστά και τέλεια, όταν ερμηνεύεται και εκτελείται, σύμφωνα με αυτόν τον ιδιαίτερο προορισμό
Πριν περάσουμε σε λεπτομέρειες, ας δούμε τι λέει γι’ αυτό ένας άνθρωπος που αφιέρωσε τη ζωή του στο δύσκολο δρόμο του μοναχισμού, χωρίς ποτέ όμως να φύγει μακριά από τους ανθρώπους. Το μοναστήρι του είναι στο Μήλεσι Ωρωπού και ονομάζεται «Μεταμόρφωση του Σωτήρος». Ο ίδιος είναι ο Γέροντας Πορφύριος, μια ξεχωριστή μορφή που έζησε στις μέρες μας και τον οποίο είχα τη χαρά να γνωρίσω από κοντά. Τα λόγια του, που θα παραθέσω στη συνέχεια, είναι απομαγνητοφωνημένα από ερασιτεχνική ηχογράφηση, που έγινε πριν κάποια χρόνια, σε μια παρέα, όπου ο Γέροντας μιλούσε.
"...Η μουσική τον κάνει τον άνθρωπο ευαίσθητο, τον κάνει ποιητή, τον κάνει άγιο...Μπορεί να γίνεις κι ένας εγωιστής και να κουνιέσαι και να «αυτόνεσαι» και να είσαι κούφιος. Μπορεί να έχεις τη φωνή, να συγκινείς με τη φωνή σου, αλλά αυτός ο όντως άγιος που ψάλλει, αυτός έχει και κάτι άλλο. Δεν έχει μόνο τη φωνή, αυτός έχει και κάτι άλλο. Μαζί με τη φωνή που εκπέμπεται με τα ηχητικά κύματα, εκπέμπεται και κάποια χάρις με άλλα κύματα, μυστικά που εγγίζουν τις ψυχές των ανθρώπων και τις συγκινούν βαθύτατα. Ο κούφιος ας πούμε μουσικός, ο εγωιστής, έχει αυτό. Κι ευχαριστεί έτσι. Ο άγιος μουσικός στέλνει και κύματα - κύματα μαζί με τη φωνή του. Γίνεται ένα πολύ μεγάλο μυστήριο. Γι' αυτό αν θα πάτε στο ¶γιο όρος και ακούσετε τους μοναχούς που ψάλλουν - και παγωμένη και πέτρινη καρδιά να έχεις, άμα ακούσεις....Να το παράδειγμα! Αυτός ο μουσικός μπορεί να συγκινεί...
Βέβαια...εγώ έχω δει ένα πολύ μεγάλο πράγμα. Διάβασα μια φορά το βίο του Αγ. Ιωάννου του Κουκουζέλη και ήταν πέρα εκεί στο Διάσελο, που έτσι ονομάζεται τώρα ένα - εκεί στα Γιαννακοπουλα, στο Καϊρη. Ε! και ο Αγ. Ιωάννης ο Κουκουζέλης, όταν πήγε - έφυγε απ' το Πατριαρχείο, επειδή εφοβείτο, γιατί ήταν χριστιανός και είχε κι ένα φόβο, μήπως πάθει εγωισμό που τον τιμούσαν τόσο πολύ.
Βέβαια ήταν χριστιανός...ήταν και λίγο φοβητσιάρης για την ψυχή του, δηλαδή δεν ήθελε..., οι άγιοι δε θέλανε ποτέ τον εγωισμό, τον ξέρανε, καταλαβαίνανε πώς είναι μόλυσμα φοβερό και τον άνθρωπο τον υποβιβάζει, τον κατεβάζει ο εγωισμός, του αφαιρεί την Χάρη του Θεού...Λοιπόν, και όλο τον ερέθιζε αυτό το αίσθημα του εγωισμού και φοβήθηκε και τα παρατάει όλα και έφυγε και πήγε στο ¶γιο όρος για να γίνει μοναχός (Νομίζω πως ήταν μοναχός, δεν θυμάμαι). Ναι, και του είπανε: "τι να κάνεις; τι διακόνημα μπορείς να κάνεις εσύ βρε;" (που τους παρακάλεσε να τον βάλουνε εκεί στη συνοδεία τους) και λέει: όπου με βάλετε. Έχουμε, λέει, τους τράγους,...........Και τον βάλανε στους τράγους. Κι εκεί πέρα στο Καϊρι που το λένε τώρα, εκεί είναι ένα μέρος μετά από τον ¶γιο Πέτρο, στρίβουμε πια για το δρόμο της Λαύρας και ήταν ένας ασκητής...,ξέρετε, και άκουσε. Περνούσε από κει - το ησυχαστήριό του ήταν πιο κάτω - και περνούσε για να πάει στο ησυχαστήριο του και βλέπει τον τσοπάνο (δηλαδή τον ¶γιο Ιωάννη τον Κουκουζέλη) σε ένα βράχο πάνω να ψάλλει....Λοιπόν και βλέπει αυτό το μεγαλείο του Θεού...Οι τράγοι έτσι, τον είχαν κυκλώσει γύρω γύρω, κι εκείνος έψαλλε..."
[ο Γέροντας εδώ αναφέρεται σε περιστατικό από τη ζωή του Αγ. Ιωάννη του Κουκουζέλη, ο οποίος έζησε τον 12ο αι. και έχει ονομαστεί "Μαϊστωρ της Μουσικής". Πριν πάει στο ¶γιο Όρος, (όπου συνέβη το περιστατικό που περιγράφει ο Γέροντας, δηλαδή ότι έχοντας αναλάβει τα καθήκοντα του τσοπάνου, και ενόσω έψαλλε εκεί, τον ελεύθερο χρόνο, εξέπεμπαν τέτοια κύματα, όπως λέει και ο Γέροντας, που συμπαρέσυραν ακόμα και τα ζώα, τα οποία τον κύκλωναν και τον παρακολουθούσαν ευλαβικά) είχε σπουδάσει Βυζαντινή Μουσική στη Βασιλική Μουσική Σχολή και στη συνέχεια διορίσθηκε ως αρχιμουσικός των αυτοκρατορικών ψαλτών. Είναι μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της Βυζαντινής Μουσικής με ένα πολύ πλούσιο έργο.)]
Και συνεχίζει ο Γέροντας:
"Θέλουμε να πούμε ότι αυτή η τέχνη όταν εκπέμπεται από άγιο και το άγριο ζώο το εξημερώνει κι όχι μόνο τους ανθρώπους. Γι' αυτό πάρα πολύ μεγάλο αυτό στην Εκκλησία μας είναι η μουσική, γιατί όπως και το κήρυγμα, ένας καλός ιεροκήρυξ που θα θίξει ένα θέμα, έτσι, πνευματικό, ενθουσιάζονται οι ακροατές και παίρνουνε μια προθυμία για να γίνουνε καλοί, το ίδιο πράγμα κάνει και η μουσική αυτή της Εκκλησίας. Είναι διδασκαλία...Μαλακώνει την ψυχή του ανθρώπου και σιγά - σιγά τη μεταρσιώνει σε άλλους κόσμους πνευματικούς, με τους φθόγγους αυτούς που σπέρνει ηδονή και τέρψη και ευχαρίστηση, ταξιδεύοντας σε άλλον κόσμο, πνευματικό...Πράγματι έτσι είναι παιδιά, μην κοιτάζετε που τους ακούς να κάνουνε....Όταν κανείς σιγά σιγά μπει σε μια τέτοια φόρμα πνευματική, έτσι αισθάνεται κι έτσι πρέπει να κάνει...."
Η Βυζαντινή Μουσική, όπως αναφέραμε και σε προηγούμενο άρθρο, δημιουργήθηκε από τους χριστιανούς καταρχήν των πρώτων αποστολικών χρόνων, όταν στις λειτουργίες τους, στις κατακόμβες, συγκεντρώνονταν, για να ψάλλουν στο Θεό. Σιγά σιγά, η μουσική αυτή άρχισε να αποκτά ένα πλουσιότερο περιεχόμενο, χάρη σε ορισμένους ανθρώπους κυρίως, εμπνευσμένους, που συνέθεσαν μελωδίες και έγραψαν ύμνους, για να ψάλλονται από τους πιστούς. Σε πολλές από αυτές τις μορφές, θα αφιερώσουμε ξεχωριστά άρθρα, στη συνέχεια.
Είναι λοιπόν η Βυζαντινή Μουσική, καταρχήν προσευχητική μουσική. Όπως λέει και ο Γέροντας, ο ψάλτης γίνεται κήρυκας και πολλές φορές το έργο του είναι πολύ πιο αποτελεσματικό απ’ ότι ένα κήρυγμα, καθώς δεν είναι μόνο τα λόγια που μπορεί να επηρεάσουν τις ανθρώπινες ψυχές αλλά και η μουσική η ίδια, που επιδρά μυστικά μέσα μας.
Αν λοιπόν είναι κάποιος ο προορισμός αυτής της μουσικής, είναι να μας οδηγήσει, με τρόπο ευχάριστο, ένα βήμα πιο κοντά στο Θεό και μέσω αυτού ένα βήμα πιο κοντά στη συνειδητοποίηση του εαυτού μας και του «προορισμού» ή του «σκοπού της ζωής μας». Είναι αυτό το αθέλητο συναίσθημα που διακατέχει πολλούς από μας, είτε πιστεύουμε σε Θεό είτε όχι, όταν βρεθούμε σε μια κατανυκτική ατμόσφαιρά, όπου φαίνεται να σταματά ο χρόνος και όλα να κυλούν και να διαδραματίζονται σαν σε μια εποχή που δεν μπορεί να χρονολογηθεί.
Είμαι σχεδόν βέβαιη ότι όλοι έχουμε μια τέτοια εμπειρία στη ζωή μας κι αν δεν έχουμε, σίγουρα θα προλάβουμε να ζήσουμε ως το τέλος της ζωής μας. Δεν ξέρω γιατί γίνεται αυτό. Ίσως γιατί και αυτή η ανάγκη για εσωτερική βύθιση και για κατάνυξη και για αναγωγή του νου μας σε κάτι ανώτερο από την ύλη που τα μάτια μας εγκλωβίζουν, να είναι ένα εγγενές κομμάτι μας, ένα κομμάτι της ύπαρξης μας και να λειτουργεί όπως τα λοιπό ένστικτά μας.
Η Βυζαντινή Μουσική είναι γι’ αυτές τις στιγμές η ιδανική μουσική. Και είναι η ιδιαιτερότητά της έντονη και από το γεγονός ότι τόσους αιώνες παραμένει η ίδια [Πολλοί από τους ύμνους της λειτουργίας των πρωτοχριστιανικών χρόνων λέγονται οι ίδιοι ακριβώς ως τις μέρες μας, π.χ. το «Δόξα σοι Κύριε, δόξα σοι», ο «εισοδικός ύμνος», ο «επιλύχνιος ύμνος» (γνωστός ως «Φως ιλαρόν»), ο «επινίκιος ύμνος» (γνωστός ως «¶γιος, ¶γιος, ¶γιος, Κύριος Σαββαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης Σου…), ο «εσπερινός ύμνος» (γνωστός ως «Νυν απολύεις τον δούλον Σου Δέσποτα…), το «Αλληλούϊα», το «Σιγησάτω πάσα Σαρξ», η Δοξολογία («Δόξα σοι τω δείξαντι το φως…» κ.α.). Δεν έχει ανάγκη από σουξέ που πρέπει κάθε βδομάδα να ανανεώνονται. Ακούγεται κάθε φορά σα να είναι η πρώτη φορά που ακούγεται και παραμένει στο χρόνο αναλλοίωτη και στο χώρο ευπροσάρμοστη, μεταφέροντας το δικό της μυστικό θεϊκό κλίμα, όπου ακούγεται, λεπτή και απέριττη.
Οι διάφορες μουσικές διαφοροποιήσεις των μελών με την πάροδο των ετών, ακόμα και από σύγχρονους δημιουργούς, στις οποίες θα αναφερθούμε σε επόμενο άρθρο, δεν αλλοιώνουν το ύφος και την ποιότητα του βυζαντινού μέλους. Αυτό παραμένει το ίδιο στην ουσία του να κινείται στους παραδοσιακούς βυζαντινούς δρόμους και υμνογραφικά να "ντύνεται" από τις παραδοσιακές δημιουργίες των μουσικών- υμνογράφων αρχικά και ύστερα (από τον 8ο περίπου αιώνα και μετά) των υμνογράφων [Καθώς μέχρι τον 8ο αιώνα, δε νοούνται ποιητής ξέχωρα από μουσικός. Και οι δύο ιδιότητες συγκεντρώνονταν στο ίδιο πρόσωπο, όπως ακριβώς ίσχυε και στην αρχαία ελληνική μουσική. Από τον 8ο περίπου αιώνα και μετά δημιουργείται η ιδιότητα του υμνογράφου, ως ξεχωριστού από τον συνθέτη δημιουργού].
Αφού λοιπόν, δεχόμαστε τη Βυζαντινή Μουσική ως προσευχητική μουσική, αυτή πρέπει να είναι και η σκέψη που θα πρέπει να έχει και ο ψάλτης, ερμηνεύοντάς τη. Επιδείξεις φωνητικής ικανότητας, κορώνες, κινήσεις άσκοπες, προσωπική επίδειξη ή ό,τι άλλο δεν μπορούν να έχουν χώρο στην προσευχή.
Αν για κάτι πρέπει να νοιάζεται ο ψάλτης, σε σχέση με τον κόσμο, είναι να γίνονται κατανοητά τα λόγια των ύμνων σε όσους τον ακούν. Γιατί πως αλλιώς μπορούν οι άνθρωποι να αισθανθούν κατανυκτικά και να συμμετέχουν ενεργά σε αυτό το «ανέβασμα προς τον ουρανό». Συχνά ακούμε το γνωστό φαινόμενο της ενρινοφωνίας, που δε βγάζεις άκρη από τα λόγια παρά μόνο ακούς ένα ενοχλητικό βόμβο με «γαργαριτά». Κι όμως η ίδια η Βυζαντινή μουσική, από την «μουσική τεχνοτροπία» της μας υποδεικνύει για το που θα πρέπει να δίνουμε προτεραιότητα ψάλλοντας. Η Βυζαντινή Μουσική ακολουθεί τον τονικό και όχι τον προσωδιακό ρυθμό. Δηλαδή, με απλά λόγια, σύμφωνα με τον τονικό ρυθμό, η μουσική πρέπει να υπακούει στα λόγια του ύμνου που «ντύνει». Αντίθετα στη προσωδία, την οποία ακολουθούσαν οι αρχαίοι έλληνες για τα μέλη τους, το βασικό ρόλο παίζει η «δυναμική» των συλλαβών των λέξεων (εναλλαγή βραχέων και μακρών συλλαβών) και όχι ο τονισμός των λέξεων, ο οποίος πάντα αναδεικνύει το περιεχόμενο των λόγων.
Στην Βυζαντινή Μουσική, από τα μέλη που έχουν επιλεγεί για να ψάλλονται στην εκκλησία, μόνο τρία μέλη απαντώνται στον προσωδιακό ρυθμό (οι τρεις κανόνες που αποδίδονται στον Ιωάννη τον Δαμασκηνό, δηλαδή οι κανόνες των Χριστουγέννων, των Θεοφανίων και της Πεντηκοστής). Όλα τα υπόλοιπα ακολουθούν τον τονικό ρυθμό.
Και για να κλείσουμε αυτό το θέμα, του τρόπου ερμηνείας της Βυζαντινής Μουσικής, ας δώσουμε το λόγο και σε μια άλλη επίσης μεγάλη μορφή των ημερών μας, τον Γέροντα Παϊσιο, ο οποίος μας μιλά και για μια άλλη σημαντική πτυχή του θέματος αυτού, δηλαδή την εσωτερική κατάσταση του ίδιου του ψάλτη, όταν αναλαμβάνει το έργο αυτό:
«…Ο ψάλλων πρέπει να έχει το νου του στα θεία νοήματα και να έχει ευλάβεια. Να μην πιάνει τα θεία νοήματα λογοτεχνικά, αλλά με την καρδιά. ¶λλο η ευλάβεια και άλλο η τέχνη, η επιστήμη της ψαλτικής. Η τέχνη, χωρίς ευλάβεια είναι….μπογιές. Όταν ο ψάλτης ψάλλει με ευλάβεια, ξεχειλίζει από την καρδιά του η ψαλμωδία και ψάλλει κατανυκτικά. Όταν εσωτερικά είναι σε καλή πνευματική κατάσταση ο άνθρωπος, όλα πάνε καλά. Γι’ αυτό πρέπει να είναι τακτοποιημένος κανείς εσωτερικά και να ψάλλει με την καρδιά του, με ευλάβεια, για να ψάλλει και κατανυκτικά. Αν έχει «αριστερούς» (εννοεί πειρασμικούς) λογισμούς, τι ψαλτική θα κάνει; Δεν μπορεί να ψάλλει με την καρδιά. Ο ¶γιος Ιωάννης ο Κουκουζέλης, όταν μια φορά έψαλλε, ενώ βοσκούσε τους τράγους, οι τράγοι σηκώθηκαν και στάθηκαν όρθιοι. [ Ο Γέροντας αναφέρει εδώ το ίδιο περιστατικό που ανέφερε και ο Γέροντας Πορφύριος]. Από αυτό κατάλαβαν ότι ήταν ο Κουκουζέλης, ο ψάλτης της αυτοκρατορικής αυλής. Ό,τι κάνετε, να το κάνετε με την καρδιά σας, για τον Χριστό….»
(από
http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=News&file=article&sid=274 )
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου